- Μαορί ή Μάορι
- (Maori). Λαός της Νέας Ζηλανδίας με καταγωγή από την Πολυνησία. Η έλευσή τους στη Νέα Ζηλανδία κυμαίνεται μεταξύ 9ου και 13ου αι., με πιθανή αφετηρία τα νησιά Ραροτόνγκα και Ραϊατέα. Οι ίδιοι βασίζονται περισσότερο στην προφορική παράδοση και όχι στα αρχαιολογικά δεδομένα σχετικά με το παρελθόν τους, αναφέροντας τη χώρα Χαβαΐκι ως μητρόπολή τους. Από σωματική άποψη, οι Μ. διακρίνονται από τους άλλους Πολυνήσιους από την πλατύτερη διαμόρφωση του κρανίου, την ωοειδή κατατομή του προσώπου και την ψηλή και πλατιά μύτη τους. Παρά τις αρχικές ομοιότητες με τον πολυνησιακό πολιτισμό, οι Μ. προσάρμοσαν τα στοιχεία του στο νέο, πιο ψυχρό, περιβάλλον. Χαρακτηριστικά των Μ. αποτελούν οι βαριές ενδυμασίες από πλεχτές ίνες, διακοσμημένες συχνά με φτερά του πουλιού κίβι, οι τετράγωνες κατοικίες με τις δύο επικλινείς πτέρυγες της στέγης (whare) και τα προστατευόμενα από πασσαλωτούς φράχτες χωριά τους.
Η κοινωνία των Μ. βασιζόταν στην αριστοκρατία και κυβερνιόταν από έναν αρχηγό (ariki) και τους ιερείς (tohunga). Ο πληθυσμός ήταν χωρισμένος σε ευγενείς (rangatira), πολεμιστές (tutua) και δούλους. Το κοινότερο όπλο ήταν το ρόπαλο από ξύλο (tumera), από κόκαλο (patu parava), από οψιανό λίθο ή από νεφρίτη (mere). Οι Μ. εισήγαγαν στο νησί τη γεωργία, την υφαντική και την κεραμική, αλλά δεν κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ομοιογενές κράτος παρά τον υψηλό πολιτισμό τους. Αρκετά διαδεδομένες πρακτικές ήταν η τελετουργική και δικαστική ανθρωποφαγία, καθώς και η συνήθεια να διατηρούν στον καπνό τα κεφάλια των νεκρών αρχηγών. Η καλλιτεχνική παραγωγή των M. εκφράζεται κυρίως με γεωμετρικά σχέδια και εγχάρακτες διακοσμήσεις που στόλιζαν κατοικίες και πιρόγες και τις επαναλάμβαναν και στο δέρμα τους με περίπλοκο τατουάζ· θαυμάσια από άποψη ύφους και μερικές φορές μεγάλων διαστάσεων ήταν τα γλυπτά από ξύλο, που ονόμαζαν tiki και teka-teka, τα προσωπεία, οι σαρκοφάγοι καθώς και τα χαριτωμένα γλυπτά από νεφρίτη (heitiki)· ενδιαφέρουσες επίσης είναι οι σκαλισμένες σε βράχους ανάγλυφες παραστάσεις.
Οι Μ. σήμερα. Κατά τα μέσα του 19ου αι., η αυξανόμενη έλευση αποίκων στη Νέα Ζηλανδία προξένησε τριβές μεταξύ των ήδη εγκατεστημένων Ευρωπαίων και των Μαορί, οι οποίοι συμβίωναν μέχρι τότε αρκετά ομαλά. Αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει μια ευρύτερη σύρραξη με την ονομασία πόλεμοι των Μ. (1860-72), με τελικό αποτέλεσμα την κατάρρευση της κοινωνικής δομής των τελευταίων. Ο πληθυσμός τους άρχισε να ελαττώνεται ραγδαία, ενώ οι πολλοί μικτοί γάμοι είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια της ταυτότητας των απογόνων, δεδομένου ότι η καταγωγή σήμαινε πάντα πολλά για τους Μ. Υπολογίζεται ότι πάνω από 526.000 κάτοικοι της Νέας Ζηλανδίας κατάγεται από Μ., δηλαδή το ένα έβδομο του συνολικού πληθυσμού. Ακόμη και σήμερα, οι Μ. είναι η λιγότερο μορφωμένη και η φτωχότερη μερίδα του πληθυσμού, μαστιζόμενοι από προβλήματα αλκοολισμού και βίαιης συμπεριφοράς ως απόρροια αυτής της κατάστασης. Τα τελευταία χρόνια υπήρξε ένα κίνημα με σκοπό τη διάσωση των πατρογονικών εδαφών και την αναβίωση του παρελθόντος. Η αντιπροσώπευσή τους στο Κοινοβούλιο ξεκίνησε από τα τέλη του 19ου αι. σε μικρή κλίμακα, παγιώθηκε σε 4 από τις 95 έδρες του Κοινοβουλίου και αυξήθηκε στις εκλογές του 1996. Πλέον, οι Μ. έχουν αρχίσει να καταλαμβάνουν σημαντικά αξιώματα στην κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας και προσπαθούν να συγκεράσουν επιτυχώς το παρελθόν της φυλής με το παρόν.
Μαορί ντυμένη με φόρεμα από πλεκτές ίνες· πίσω της διακρίνεται η χαρακτηριστική καλύβα των Μαορί.
Dictionary of Greek. 2013.